Τα στατιστικά στοιχεία είναι απογοητευτικά. Οι τελευταίες προβλέψεις δείχνουν ότι μέχρι το 2030, πάνω από 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα ζουν με παχυσαρκία. Η παχυσαρκία παγκοσμίως έχει σχεδόν τριπλασιαστεί από το 1975 και τα ποσοστά προβλέπεται να αυξηθούν ραγδαία, με διπλασιασμό μεταξύ των ετών 2020 και 2035.
Για να κατανοήσουμε τι τροφοδοτεί την αύξηση της παχυσαρκίας, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τους ποικίλους και πολύπλοκους παράγοντες που την προκαλούν. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η απώλεια βάρους μπορεί να επιτευχθεί απλά με το να «τρώμε λιγότερο και να κινούμαστε περισσότερο». Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Ενώ η διατροφή και τα επίπεδα δραστηριότητας παίζουν αναμφίβολα ρόλο στη διατήρηση υγιών επιπέδων βάρους, υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισης παχυσαρκίας. Σε αυτούς περιλαμβάνονται κληρονομικοί παράγοντες- γενετική, οικογενειακό ιστορικό, φυλετικές/εθνοτικές διαφορές και κοινωνικές πιέσεις- οι οποίοι παίζουν ρόλο στον καθορισμό του κατά πόσον ένα άτομο είναι πιθανό να αναπτύξει παχυσαρκία.
Τι έχει αλλάξει λοιπόν; Πολύ απλά, ο κόσμος μας και ο τρόπος με τον οποίο ζούμε. Από τις αρχές του 20ου αιώνα έχουν συντελεστεί βαθιές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, πολλές από τις οποίες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «παχυσαρκογόνες», ευνοώντας δηλαδή την ανάπτυξη της παχυσαρκίας.
Οι αλλαγές στη διατροφή και τις καθημερινές μας συνήθειες αποτελούν βασικό παράγοντα για την αύξηση των επιπέδων παχυσαρκίας. Για παράδειγμα, υπάρχει πλέον ευρεία πρόσβαση σε τρόφιμα πλούσια σε ενέργεια, με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπη και σάκχαρα, τα οποία συχνά διατίθενται σε χαμηλότερο κόστος από τρόφιμα υψηλότερης διατροφικής αξίας. Είναι σημαντικό να επαναλάβουμε το γεγονός ότι κανείς δεν πρέπει να στιγματίζεται ή να κατηγορείται για την κατανάλωση αυτού που συχνά αποκαλείται «πρόχειρο» φαγητό. Για πολλούς ανθρώπους, είναι η πιο προσιτή και οικονομική επιλογή, ενώ η συσκευασία και η επιγραφές των τροφίμων μπορεί να είναι παραπλανητικές όσον αφορά το πραγματικό περιεχόμενο των επεξεργασμένων τροφίμων. Οι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο. Πολλοί άνθρωποι απλά δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν και να προετοιμάσουν θρεπτικά γεύματα ή έχουν ανεπαρκείς γνώσεις μαγειρικής ή διατροφής.
Και άλλοι παράγοντες του τρόπου ζωής μπορούν να επηρεάσουν την τάση μας να αναπτύξουμε παχυσαρκία. Στις μέρες μας, πολλοί άνθρωποι κάνουν πολύ πιο καθιστική ζωή απ' ό,τι οι πρόγονοί τους και είναι γενικά λιγότερο δραστήριοι. Οι λόγοι είναι η έλλειψη πρόσβασης σε αθλητικές ή ψυχαγωγικές εγκαταστάσεις, η ευρεία χρήση μηχανοκίνητων μέσων μεταφοράς και η αυξανόμενη αστικοποίηση. Τα χαμηλά επίπεδα δραστηριότητας μπορούν να γείρουν τη ζυγαριά υπέρ της παχυσαρκίας.
Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν επίσης ρόλο. Η έκθεση σε συγκεκριμένες χημικές ουσίες μπορεί να οδηγήσει σε νευροχημικές ή ορμονικές ανισορροπίες που μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρινόμαστε στο φαγητό και να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες εμπλέκονται στην αύξηση της παχυσαρκίας. Η αλήθεια είναι ότι η παχυσαρκία είναι, και ήταν πάντα, μια νόσος, όπως ακριβώς και ο σακχαρώδης διαβήτης. Οι πιθανότητες εμφάνισής της ποικίλλουν από άτομο σε άτομο, εξαρτώμενες από μια περίπλοκη αλληλεπίδραση πολλαπλών παραγόντων. Οι γενετικοί παράγοντες παίζουν ρόλο, αλλά οι εξωτερικές επιρροές και οι επιλογές του τρόπου ζωής είναι επίσης καθοριστικές. Συγκεκριμένα στοιχεία του μεταβαλλόμενου κόσμου στον οποίο ζούμε μπορούν να «πυροδοτήσουν» την παχυσαρκία ή τουλάχιστον να αυξήσουν τις πιθανότητες ανάπτυξής της σε άτομα που έχουν προδιάθεση να αναπτύξουν υπερβολικό βάρος. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι το να γίνει κανείς υπέρβαρος είναι αναπόφευκτο - η μεγαλύτερη συνειδητοποίηση των πολλαπλών παραγόντων που επηρεάζουν την παχυσαρκία μπορεί να μας επιτρέψει να κάνουμε πιο έξυπνες επιλογές σχετικά με τον τρόπο ζωής μας.